Ἀμάνου

Ἀμάνου
Ἄμανος
masc gen sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • Ιεράπολη — Ονομασία αρχαίων πόλεων. 1. Πόλη της βόρειας Συρίας, μεταξύ του Ευφράτη και του όρους Αμανού στην Κυρηστική. Παλαιότερα ονομαζόταν Βαμβύκη και μετονομάστηκε Ι. κατά τη διάρκεια της αυτοκρατορίας των Σελευκιδών. Αποτελούσε σταθμό μεταξύ της… …   Dictionary of Greek

  • Κομμαγηνή — Ονομασία του βορειοανατολικού τμήματος της Συρίας, μεταξύ του ποταμού Ευφράτη και της οροσειράς του Αμανού, κατά την αρχαιότητα. Από το 867 π.Χ. ήταν φόρου υποτελής στους Ασσυρίους και τον 7o αι. έγινε ασσυριακή επαρχία. Στα χρόνια των διαδόχων… …   Dictionary of Greek

  • Κυρρηστική — Ιστορική γεωγραφική περιοχή της βόρειας Συρίας, που περιλάμβανε την περιοχή μεταξύ Αμανού και Ευφράτη και επεκτεινόταν στον νότο έως τη Χαλκιδική, όπως ονομαζόταν η Συρία κατά την αρχαιότητα. Ο Αντίγονος ή ο Σέλευκος ίδρυσε στην Κ. ιερό της… …   Dictionary of Greek

  • Πάγρες — Oνομασία αρχαίων πόλεων. 1. Αρχαία πόλη της Συρίας, στα σύνορα με την Κιλικία. Μερικοί αρχαίοι συγγραφείς την τοποθετούν στην περιοχή της οροσειράς του Αμανού, τη σημερινή Άλμα νταγ. Οι Λατίνοι την αναφέρουν με την ονομασία Pangrios ή Pagaris.… …   Dictionary of Greek

  • Τουαμότου, Νησιά — Αρχιπέλαγος του νοτιοκεντρικού Ειρηνικού ωκεανού, που αποτελείται από περίπου 80 νησιά, τυπικές ατόλλες μικρής επιφάνειας, σχεδόν όλα ακατοίκητα ή κατοικημένα κατά περιόδους. Από αυτά η Ρανγκιρόα (600 κάτ.), η πιο εκτεταμένη, η Φακαράβα (300… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”